1. |
| 2. |
| 3. |
Κυπαρισσάκι μου μικρό
στη ρίζα θέλεις χώμα
μικρός εσύ μικρή εγώ
δεν είν' καιρός ακόμα.
Άσπρο βερυκοκάκι μου
στη θάλασσα λουσμένο
μη βιάζεσαι να παντρευτείς
και 'γω σε περιμένω. |
|
Σήκω Δημητρό μου και άλλαξε
Και βάλε τα χρυσά σου
Γιατί θα πάμε στ' Άγραφα
Στα κλέφτικα λημέρια
Έχουν κριάρια τρύφερα
Αρνάκια σουβλισμένα. |
|
Εμένα μου το είπανε
άνθρωποι μερακλήδες
πως την καλύτερη ζωή
περνάνε οι μπεκρήδες.
Βαρέθηκα τα νιάτα μου
Θέλω να τα πουλήσω
Θέλω να πάρω μερακλή
Να μη τα χαραμίσω
Και το πουλί που 'ναι πουλί
Την παντρειά γυρεύει
Βαρέθηκε τη λευτεριά
Και την σκλαβιά του θέλει. |
4. |
|
5. |
|
6. |
Εσύ 'σουνες που μου λεγες
Πως πέθαινες για μένα
Και τώρα με παράτησες
Και σπαρταρώ στα ξένα.
Όλο τον κόσμο γύρισα
Να βρω γλυκό σταφύλι
Δεν ηύρα πιο γλυκύτερο
Απ' τα δικά σου χείλη.
Εσύ 'σουνες που μου λεγες
Πως πέθαινες για μένα
Και τώρα με παραίτηση
Και περπατώ στα ξένα. |
|
Μια κόρη μας παινεύεται
Το χάρο δεν φοβάται
Έχει αδέλφια δώδεκα
Ξαδέλφια δεκατρία
Και ο χάρος που την άκουσε
Πολύ του κακοφάνει
Από την σκάλα ανέβηκε
Και από την πόρτα μπαίνει.
Την άρπαξε απ' τα μαλλιά
Και σβάρνα την τραβάει
Άσε με χάρο απ' τα μαλλιά
Πιάσε με από τα χέρια
Γιατί συχνάζει ο γαμβρός
Και έρχεται να με πάρει
Με τετρακόσια φλάμπουρα
Με χίλια δυο παιχνίδια.
|
|
Στην Πάτρα μεσ' τον καφενέ
Πολλοί 'ναι μαζωμένοι
Οι δήμαρχοι και ανακριτές
Δικάζουν την Ελένη.
Μη το δικάστε εξάμηνο
Μη το δικάστε χρόνια
Παρά να το δικάσετε
Το αίμα του θανάτου. |
7. |
|
8. |
|
9. |
Όλες οι παπαρούνες
Με γέλια και χαρές
Μόνο η Θανασούλα
Με δυο λαβωματιές.
Το λάβωμά της είναι
Που δεν παντρεύεται
Και μέσα στο χωριό της
Δεν προξενεύεται.
Τέσσερα πορτοκάλια
Τα δύο σαπίσανε
Ήλθα για να σε πάρω
Μα δε μ' αφήσανε. |
|
Βάζω μια κλάρα στο νερό
Και αν μαραθεί δεν σ΄ αγαπώ
Και αν βλαστήσει κάνει βλαστό
Τότε και 'γω θα σ'αγαπώ
Περιβόλι μαργωμένο μαργαριταροσπαρμένο
Πού 'χει γύρω-γύρω ντάλιες
Και στη μέση ματζουράνες |
|
Αυτό το μπαλκονάκι
να ανάψει να καεί
να γκρεμιστεί να πέσει
με την κυρά μαζί.
Σ' αυτό το μπαλκονάκι
να μη ξανάβγεις πια
γιατί όταν σε βλέπουν
μου καίεις τη καρδιά.
Κρύωσες στο μπαλκονάκι
με το κόκκινο πολκάκι
κρύωσα στο ρέμα-ρέμα
που περίμενα εσένα. |
10. |
|
11. |
|
12. |
Μάνα μου μη με δέρνεις
με τ' αργαλειού τ' αντί
και 'γω θα τον πάρω
αυτόν τον χασικλή
Μάννα μου μη με δέρνεις
με το τσόκαρο
και θα τον πάρω
αυτόν τον μόρταρο.
Μάννα μου μη με στέλνεις
στην Αμερική
γιατί θα μαραζώσω
και θα μείνω εκεί. |
|
Ελένη σαν πας στο ποταμό
τα ρούχα σου να πλύνεις
πάρε και με τα ρούχα μου
Ελένη μη τ' αφήνεις.
Να μη τα πλύνεις με νερό
μον' με τα δάκρυα σου
και με το μοσχοσάπουνο
που λούζεις τα μαλλιά σου.
Να μη τ' απλώσεις σε δενδρί
μηδέ και σε κλωνάρι
μονέ σε πικροαμυγδαλιά
που ανθίζει το Γεννάρη. |
|
Στα κουμιώτικα τα μέρη (δις)
έκατσα ένα Καλοκαίρι
είδα βρύσες και πηγάδια (δις)
όμορφες και παλικάρια
είδα μια Κουμιατοπούλα (δις)
εύμορφη και αρχοντούλα.
Είχε τα μαλλιά μετάξι (δις)
και πλεγμένα με τη τάξι
είχε φρύδια σαν γαϊτάνι
που ζωγράφος δεν τα φτιάχνει
είχε μύτη κοντυλένια
δόντια μαργαριταρένια
είχε κορμί σαν κυπαρίσσι
όποιος την πάρει
ο Θεός να του την χαρίσει. |
13. |
|
14. |
|
15. |
Αν πω και για τα μάτια σου
τα σχιζομυγδαλάτα
σ' όποιον και ρίξουν μια ματιά
τον κάνουν δυο κομμάτια.
Αν πω και για το πρόσωπο
που 'ναι σαν το φεγγάρι
να σε χαρεί η μάννα σου
και αυτός που θα σε πάρει. |
|
Έλα-έλα το πουλί μου
τώρα πού 'μαι μοναχή μου
κίνησα να λθω το βράδυ
με 'πιασε ψιλή βροχή
το θεό παρακαλούσα για να σ' εύρω μοναχή
ούτε μοναχή σε ηύρα
ούτε με τη μάνα σου
μον σε είδα και κεντούσες
με την φιληνάδα σου. |
|
Πέρα θέλω να περάσω
στο χορό να διασκεδάσω
πως χορεύει μια και η άλλη
μια μικρή και μια μεγάλη
τα χεράκια της να πιάσω
και εγώ να διασκεδάσω. |
16. |
|
17. |
|
18. |
Μπάτε κορίτσια στο χορό
τώρα που έχετε καιρό
γιατί αύριο θα παντρευτείτε
θα σπιτονοικοκυρευτείτε.
Δεν σας αφήνουνε οι άνδρες σας
να πάτε στις μανάδες σας
δεν σας αφήνουν τα παιδιά
να βγείτε εις την γειτονιά.
Δεν σας αφήνει η πεθερά
να πάτε που είναι η χαρά
δεν σας αφήνει ο πεθερός
να πάτε που είναι ο χορός
Τους άνδρες τους μεθύζουμε
και τους αποκοιμίζουμε
και τα παιδιά τα δέρνουμε
και στο σχολειό τα στέλνουμε.
Και την κακιά την πεθερά
Την βάζω μεσ' την παραστιά
Και τον κακό το πεθερό
Τον κάνω όπως θέλω εγώ |
|
Για σήκω επάνω Γιάννο μου
και μη βαρυκοιμάσαι
βρέχει ο ουρανός και βρέχεσαι
χιονίζει θα κρυώσεις.
Θα σου βραχούνε Γιάννο μου
τα άρματα και τα χρυσά φλουριά
θα σου σκουριάσουν τα κουμπιά
τα δοξασμένα σου σπαθιά. |
|
Κλείσαν οι δρόμοι του Μωριά
κλείσαν τα μονοπάτια
διψάν τα χάνια για άλογα
και τα τζαμιά για αγάδες
κλαίει και μια χανούμισα
που έχασε το γυιό της
το υιό της τον Αλή -μπεη
το ακριβό παιδί της
το πήραν κλέφτες στα βουνά
εκεί στα κλεφτοβούνια |
19. |
|
20. |
|
21. |
Ορέ σαν πας πουλί μου στο Μοριά
σαν πας στην Άγια Λαύρα
χαιρέτα μας την κλεφτουριά
και αυτό το Κατσαντώνη
πέστου να κάτσει φρόνημα
σαν τα άλλα παληκάρια
δεν είναι ο περσινός καιρός
ο φετινός Χειμώνας. |
|
Συννέφιασε ο ουρανός
βρέχει στα καμποχώρια
και συ Διαμάντω άργησες
που πας αυτήν την ώρα.
Πάω για αθάνατο νερό
για αθάνατο βοτάνι
να δώσω στην αγάπη μου
ποτέ να μη με πεθάνει. |
|
Παραπονιάρα μαύρη γη
και αραχνιασμένο χώμα
αυτούς τους νιούς που σού στειλα
να μη τους αραχνιάσεις
δώστους να φαν, δώστους να πιουν
βάλτους να τραγουδήσουν
γιατί έχουν πόνο στη καρδιά
παράπονο μεγάλο. |
22. |
|
23. |
|
24. |
Έβγα μανούλα να με δεις
και να με καμαρώσεις
το πώς με πάει η Αρβανιτιά
και αυτοί οι χωροφυλάκοι
Πάνε να με κρεμάσουνε
στης Αίγινας τα πεύκα.
Έβγα μανούλα να τους πεις
να τους παρακαλέσεις
Να μη με πάνε σε χωριό
ούτε σε πολιτεία.
Γιατί έχω εχθρούς κα χαίρονται
φίλους και με λυπούνται
Έχω κα μια αγαπητικιά
τα μαύρα να φορέσει. |
|
Δώδεκα χρονών κορίτσι
χήρα πάει στη μάνα της
τα στεφάνια στη ποδιά της
και έκλαιγε τον άνδρα της
σώπα κόρη μ' και μη κλαις
και μη στεναχωρεύεσαι
είσαι νέα και ωραία
και ξαναπαντρεύεσαι
για δες μάνα για δες σκύλα
που μου λέει να παντρευτώ
δεν μου λέει να χηρέψω
και στα μαύρα να ντυθώ. |
|
Στη Ρούμελη είχα δενδρί
πλατύφυλλο και δροσερό
πού 'χε στη ρίζα κρύο νερό
που καναν όρκο και σταυρό
όποιος έχει δυο αγαπητικές
θέλει σαράντα μαχαιριές
όποιος έχει τρεις και τέσσερις
θέλει σαραντατέσσερις
όποιος έχει μια και καλή
να δώσει ο Θεός να την χαρεί
κι' όποιος δεν έχει και καμιά
δεν έχει ντέρτια στην καρδιά. |
25. |
|
26. |
|
27. Αποκριάτικα Τετράστιχα |
Στο βουνό μια βοσκοπούλα
έβοσκε αρνιά
είχε χλόη και χορτάρια
και πολλά κλαριά
την αγαπούσα ο καημένος
πώς να της το πω
τέλος πάντων πλησιάζω
με πολλή ντροπή
καλημέρα βοσκοπούλα μου
της λέω
κόρη μου χρυσή
ορφανός εγώ ορφανή και συ
έλα να ανταμωθούμε να ζήσουμε μαζί. |
|
Κυνηγός που κυνηγούσε
Εις τα δάση μια φορά
Έτυχε να συναντήση
Μια ερημοκλησιά
Προχωρεί κα μπαίνει μέσα
Με λυπητερή καρδιά
Βλέπει εκεί που προσκυνούσε
Μια μικρή καλογριά.
Καλογραία μου της λέω
Το όνομά σου επιθυμώ
Το όνομά σου και ας πεθάνω
Εις το ερημοκλήσι αυτό.
Το όνομά μου δε στο λέω
Γιατί θα με θυμηθείς
Γιατί συ 'σουν η αιτία
Καλογραία να με δεις.
|
|
Το αχ το βαχ να μη το πεις
Γιατί θα σου μείνει πάθος
Έτσι το έπαθα κα γω
Από ένα μικρό μου λάθος.
Χελιδονάκι θα γεννώ
Να κάτσω στην αυλή σου
Να κελαηδώ κάθε πρωί
Να σκάσουν οι εχθροί σου.
Όταν περνάς να μη μιλάς
Γιατί η μαμά μου βγαίνει
Κοκκινίζουμε και οι δυο
Και μας καταλαβαίνει.
|
28. Αποκριάτικα Τετράστιχα |
|
29. Αποκριάτικα Τετράστιχα |
|
30. Αποκριάτικα Τετράστιχα |
Σήκω γυιέ μου να πας για ξύλα
Δεν μπορώ μάνα, δεν μπορώ
Σήκω γυιέ μου να σε παντρέψω
Όπαλα μάνα μ' όπαλα.
Είχα ένα πετεινό βαρβάτο και τρανό
Μου ετσίμπησε την κότα στις γειτόνισας την πόρτα.
Η κότα έκανε 9 αυγά
Και έβγαλε 7 πουλιά
Κότα μου λαθαίνεις
Και πουλιά σωστά δεν βγαίνεις. |
|
Τα θελε η μαμά σου
Τα θελες και συ
Τα σύκα τα καρύδια
Και το γλυκό κρασί
Ανάθεμα στη μάνα σου
Που σε μαθε να φαίνεις
Και όταν χτυπάς το χτένει σου
Καρδούλες να μαραίνεις
|
|
Θα σε πάρω θα σε πάρω
Με παπά και με κουμπάρο
Θα σε πάρω δεν σ' αφήνω
Μα τον Άγιο Κωνσταντίνο
Ανάθεμα τη μάνα σου
Και στην γλυκιά μου μάνα
Που δεν μας άφησαν τους δυο
Να περπατάμε αντάμα.
|